σημειώσεις πάνω σε λαδόκολλα..

Οι σημειώσεις βρίσκονται πάνω σε λαδόκολλες μαγειριών, σε κατασχισμένα χάρτινα τραπεζομάντηλα φθηνών εστιατορίων, σε χαρτάκια τσιγάρων και σε κάθε είδους χάρτινο κατασκεύασμα.
Οι συγγραφείς τους είναι οι άνθρωποι της ‘διπλανής πόρτας’ άνεργοι και άνεργες κάθε ηλικίας, ‘μαύροι’ εργαζόμενοι, μπουχτισμένοι κούριερ και άστεγοι δεκαετίας, πόρνες της νύχτας και χαρτογιακάδες της μέρας, είναι αυτοί που χρησιμοποιούν το πιο φθηνό μέσο συγγραφής , την δωρεάν γραφομηχανή του δρόμου, που σημειώνουν βιαστικά τηλέφωνα που δεν θα πάρουν ποτέ, που κάνουν πράξεις υπολογισμού των μηνιαίων εξόδων που δεν θα πληρώσουν, που ζωγραφίζουν έρωτες σε σχήμα καρδιάς και αντρικά πέη μονίμως καυλωμένα. Αφηρημένα σχέδια και πρωτοποριακές τεχνοτροπίες.
Οι σημειώσεις πάνω σε λαδόκολλα είναι μικρά ταξίδια στην έρημο της καθημερινότητας

Είναι οι προσωπικές αφηγήσεις που κάνουν την κόλαση πιο θελκτική..

αντεστραμένα χιλιόμετρα..




πόσο απέχει η ουτοπία από την κοσμογωνιά;
πόσα χιλιόμετρα να διασχίσεις ψάχνοντας την; 
σε ποια σταυροδρόμια θα ακουμπήσεις
τους χάρτες να ανοίξεις τους εσωτερικούς
δίπλα σου σύντροφοι καλοί-συνοδοιπόροι
μοναχικά πολλά ταξίδια που γίνονται μια μεγάλη περιπέτεια
και ο καιρός να ναι κόντρα
και να ρίχνει κουκοσάλι 
και σκυφτοί να συνεχίζουν την πορεία
πάντα στην μεγάλη πορεία ο λογισμός
ατέρμονα χιλιόμετρα’
                                                    το άπειρο-
 μετατροπή από σύμβολο μαθηματικό 
σε σύμβολο μιας ολόκληρης γενιάς
πινακίδες μην ψάξεις
ποτέ δεν υπήρξε σήμανση για τον παράδεισο..

Τότε; Πότε; + άλλα μικρά ανάλεκτα της κοσμογωνιάς του πάντα..

Λίγοι διάλογοι για την αρχή

Όμως, τί;
Μήπως είναι βαρύ;
Καταλαβαίνετε τι λέει;
Απαράδεκτο το τέλος! Α πα πα πα πα!
Εγώ θέλω να γελάμε, να γελάμε πολύ, να γελάμε ασταμάτητα.
Και τί θα γίνει με την επικαιρότητα; Τί θα γίνει με τα σημαντικά και ασήμαντα αυτού του κόσμου;
Βρήκα αυτό! Αν δοκιμάζαμε αυτό; Να δοκιμάσουμε αυτό!
Εγώ είμαι αυτός και εσύ η γυναίκα του άλλου. Εσύ θα είσαι Ο, εγώ θα είμαι Η και εσύ θα είσαι Ο
όταν θα είμαι ΟΙ..
Όμως πώς;
Να πούμε σε εκείνον να μας πει;
Επουδενί!
Tότε ποιός;
Eμείς ρε!
Μόνοι αλλά όχι έρμοι…ενθουσιώδεις και αγχωμένοι διαβάζουμε, παρακολουθούμε, δοκιμάζουμε.
Σου λέω πες το «έτσι»!
Πώς;
«Έτσι»!
Δε μ΄αρέσει…
Ε! κάνε το όπως θες..
Ο τρόπος κοινός, οι προσλήψεις δικές μας.
Συγκρουόμαστε…να δούμε τι θα βγει.
Συμφωνίες και διαφωνίες, επιβεβαιώσεις και γνωριμίες πάνω στην ίδια σκηνή από τους ίδιους
ανθρώπους, με ρόλους που αρχίζουν στην πρώτη και τελειώνουν στην τελευταία σκηνή του έργου.
Πριν από αυτούς είμαστε εμείς, μετά από αυτούς είμαστε εμείς μαζί τους.
Σε ποιόν αρέσει ο τρόπος που μιλάω;

Σε εμένα. Και εμένα. Και εμένα. Και εμένα. Εμένα μου φαίνεται…

Αντίτιμο; Τί εννοείς;

Μα πόσο κάνουν τα σκηνικά, τα ρούχα, τα φώτα…;
Θα τα βρούμε…Τη μία εγώ, την άλλη εσύ, μετά εμείς.
Ο χρόνος;
Δεν είναι χρήμα!
Η έμπνευση;
Τη βλέπεις; Την πιάνεις; Πιάσ’ την, μπορείς; Δεν μπορείς. Πόσο να «κάνει»;
Να έρχονται όλοι. Όσοι θέλουν, όχι όσοι χωράνε. Κι ας είναι άφραγκοι ή με ψιλά κι ας έχουν
αυτοκίνητο ή ιδρώνουν στο λεωφορείο. Να περάσουν τυχαία, να σταθούν από ενδιαφέρον ή
να φύγουν τρέχοντας.
Κι αν γελάσουν;
Να γελάσουν.
Κι αν μιλήσουν;
Να μιλήσουν.
Κι αν γιουχάρουν;
Nα γιουχάρουν.
Κι αν χορέψουν;
Να χορέψουν.
Όλα εκεί…άλλωστε δε χωράμε σε σακούλες μαγαζιών.

Να, ένας ηθοποιός, μία χορεύτρια και ένας φωτογράφος.

Πού δείχνεις, δεν τους βλέπω.
Να τοι. Αυτός υποκρίνεται το φόβο, αυτή κουνιέται με τη μουσική, αυτός κρεμάει τη φωτογραφική
στο λαιμό του.
Δεν είναι δικιά του, τού την έδωσε αυτή που χορεύει, αφού τον είδε να μονολογεί πομπωδώς
μπροστά στο φακό αυτού που κάνει πως φοβάται. Τότε αυτός δοκίμαζε ένα βαλς μαζί της και
προσπαθούσε να αποτυπώσει τη στιγμή, όταν ο άλλος χορεύοντας άρχιζε να ξεστομίζει λέξεις.
Ε τότε ποιός είναι τί;
Είναι όλοι όλα.
Και ποιός το λέει;

Αυτά που φτιάχνουν.

Η στέγαση και η φιλοξενία.

Περιδιαβαίνοντας επισκεπτόμενοι…
Αυτό το παγκάκι είναι ό,τι πρέπει για την ερωτική σκηνή.
Φαντάσου τα φώτα σε αυτήν την πλατεία.
Η βιβλιοθήκη σας είναι τρομερή, τη φαντάζομαι ως κεντρικό σκηνικό της παράστασης.
Κοίτα πόσο χώρο έχουν οι μπαγάσηδες.
Και θέα στη θάλασσα…
Ακριβώς! Πάνω στις γραμμές του τραίνου.
Μέσα στο δάσος, πίσω από το εργοστάσιο, πάνω στο καμπαναριό, μέσα στη λίμνη!
Μόνοι ή και με όλους…Παντού!

Υπογραφή:

«Πότε θα παίξετε;» ρώτησε ο Ιβάν περιμένοντας μια γρήγορη, γεμάτη σιγουριά απάντηση.
«Τότε» του απάντησαν με ήρεμη φωνή τα παιδιά του ιπποκόμου.
«Πότε βρε διαβολόπαιδα;» ξαναρώτησε ανυπόμονα.
«Τότε» του ανταπάντησαν με μειδίαμα στα χείλη.
«Πότε βρε σπλάχνα του Σατανά;» στρίγγλισε.
«Τότε» είπαν και κάγχασαν μπροστά στα κοκκινισμένα του μούτρα.
«Πότεεεεεεε;»
«Τότε»
«Πότεεεεεεε;»
«Τότε»
«Τότε έ;» ρώτησε νευριασμένος από τον εμπαιγμό.
«Πότε;» απόρρησαν τα σταβλόπαιδα.

 

Λίγα λόγια για τους χορούς και τις κοινότητες των ανθρώπων.

Αφορμή για την παρακάτω αναδημοσίευση αποτέλεσε ένα άρθρο σχετικά με τους παραδοσιακούς χορούς και για την φολκλοριοποίηση τους από αρκετές σχολές εκμάθησης.
Θεωρώ ότι η παράδοση όπως αυτή έχει εντυπωθεί στην σύγχρονη ιστορία της ελλάδας κουβαλάει όλα εκείνα τα συμπλέγματα και τις ταυτότητες που της έχουν επιβληθεί από τις κάθε φορά εξουσίες.
Έχει επιχειρηθεί εντέχνως να απομακρυνθεί και να εξαλειφθεί ο αρχέγονος ρόλος που είχαν στην κοινωνική ζωή των ανθρώπων της υπαίθρου οι χοροί, ως στιγμές κοινωνικοποίησης.
Την κοινωνικοποίηση είναι που θέλανε να αποβάλλουν από την συλλογική μνήμη οι εξουσίες και οι σχολές, καθιστώντας τους χορούς και την παραδοσιακή μουσική ένα φολκλόρ πανηγύρι που ταίριαζε και έντεινε τα διάφορα βίντεο διαφήμισης της τουριστικής ελλάδας, που έβαζε τα γκαρσόνια στα νησιά να χορεύουν τον Ζορμπά όλο το βράδυ για να χειροκροτούνε οι τουρίστες από τα; Αυστρίας, που έκανε τα πανηγύρια γραφικές στιγμές στο χωριό του μπαμπά συνοδεία μπύρας και σουβλακίου.
Που θέσπισε την ‘μαγκιά’ του ζεϊμπέκικου και την δημιουργία ανδρικών-γυναικείων χορών.
Μια τέτοια προσπάθεια επιχειρείται στο παρακάτω κείμενο. Αποδόμηση της κυρίαρχης κουλτούρας που έχουν οι παραδοσιακοί χοροί και ως τέτοια προσπάθεια αγκαλιάζεται από το πέρασμα και ελπίζει να αποτελέσει αφορμή για την έναρξη ενός διαλόγου που θα ριγματώσει την κυρίαρχη κουλτούρα και θα επιτρέψει την επιστροφή στα αρχέγονα πεδία που οι χοροί και η μουσική έχει διανοίξει.

 

Στo πλαίσιo των αυτοοργανωμένων μαθημάτων του “Θερσίτη” (χώρου ραδιουργίας και ανατροπής στο Ίλιον), ξεκινήσαμε από το φθινόπωρο του 2011 το μάθημα των παραδοσιακών χορών. Έχοντας ως βασικό άξονα την ανάγκη και επιθυμία για τη μετάδοση της γνώσης και την καλλιέργεια των δεξιοτήτων μας, απαλλαγμένοι από την αυθεντία των ειδικών, τους ρόλους μαθητή-δασκάλου, τους διαχωρισμούς (εθνικούς, θρησκευτικούς, έμφυλους) και κόντρα στην εμπορευματική λογική των διαφόρων σχολών, επιλέξαμε να πειραματιστούμε και να συνδιαμορφώσουμε σε ένα πεδίο που αφορά τον «πολιτισμό» του ευρύτερου γεωγραφικού περιβάλλοντος όπου ζούμε.

Στην Ελλάδα παρατηρείται μια φοβερά μεγάλη ποικιλία ρυθμών και χορευτικών μορφών λόγω της συχνής εναλλαγής του πυκνού τοπίου (κάμποι, βουνά, θάλασσα, λίμνες) αλλά και της γεωγραφικής θέσης της. Πρόκειται για μια ευρύτερη γεωγραφική περιοχή, ένα σταυροδρόμι πολιτισμών μεταξύ Ανατολής και Δύσης, ένας τόπος συνάντησης πολλών και διαφορετικών λαών, ένας κόμβος στις ροές μετακίνησης των πληθυσμών κυρίως λόγω πολεμικών συγκρούσεων και οικονομικής λεηλασίας στους τόπους προέλευσής τους. Οι συνθήκες αυτές διαμόρφωσαν ένα τεράστιο πλούτο συλλογικής έκφρασης μέσω του χορού και των κοινωνικών εκδηλώσεων κάθε κοινότητας.

Ο χορός στη ελλαδική περιφέρεια, ήταν μέχρι τα τέλη του 20ου αιώνα μια από τις σημαντικότερες κοινωνικές εκδηλώσεις. Ήταν όχι μόνο μέσο ψυχαγωγίας αλλά και διαπαιδαγώγησης αφού λειτουργούσε ως ένας τρόπος μύησης στις πολιτιστικές συνήθειες, στις ηθικές αξίες, στις αισθητικές αντιλήψεις, στο ομαδικό πνεύμα, στην αντίληψη της σχέσης των φύλων και στην αντίληψη της δομής και της οργάνωσης της κοινωνίας. Γι΄αυτό και δεν είναι απαλλαγμένος από πολλά στοιχεία του κυρίαρχου πολιτισμικού γίγνεσθαι όπως η πατριαρχία, ο εθνικισμός, ο τοπικισμός, η ιεραρχία, η ταξική διαστρωμάτωση κλπ. Δεν είναι λίγες οι φορές που παραδοσιακοί χοροί και τραγούδια χρησιμοποιήθηκαν στη δημιουργία της εθνικής ταυτότητας και συνοχής, στην τόνωση του εθνικού φρονήματος, ιδιαίτερα σε περιόδους που η ιστορική συγκυρία το επέβαλλε (βλ. τουρκοκρατία, περιόδους προβαλλόμενων εξωτερικών απειλών και περιόδους εσωτερικών κρίσεων) αλλά και στη νεότερη ιστορία της Ελλάδας (βλ. χουντικά γλέντια, περιόδους μεγάλων γεγονότων εθνικής προβολής όπως οι ολυμπιακοί αγώνες) με κύριο πάντα σκοπό την κοινωνική νομιμοποίηση ενός καταπιεστικού μεν, εθνικοπατριωτικού δε, καθεστώτος.

Στην νεότερη πάλι ελληνική πραγματικότητα (και αντίστοιχα στα υπόλοιπα ευρωπαϊκά κράτη), για την κατασκευή της εθνικής ταυτότητας, χρησιμοποιήθηκε ως σύμβολο το αρχαιοελληνικό παρελθόν και η κλασική εποχή. Οι λαογράφοι, μέσα στον ίδιο συμβολικό περίγυρο, επιχείρησαν να ανακαλύψουν και να προσδώσουν στους αγροτικούς πληθυσμούς επιζώντα αρχαία ήθη και έθιμα. Επειδή λοιπόν ο πολιτισμός είναι φορέας και εκφραστής ταυτοτήτων, η δόμηση της ελληνικής εθνικής ταυτότητας  αποτέλεσε κυριαρχικό σχέδιο που οδήγησε στην «ελληνικότητα». Οι κατασκευαστές της ελληνικής εθνικής ταυτότητας, αδιαφορώντας ή παρακάμπτοντας σκοπίμως  κάποιες σημαντικές διαστάσεις της αγροτικής ζωής (όπως για παράδειγμα η ομοιότητα ολόκληρης της περιοχής της μεσογείου και των Βαλκανίων σε ήθη, έθιμα και πρακτικές), προσδιόρισαν την ταυτότητα των νεοελλήνων μέσα σε μονοδιάστατα και πολλές φορές πλασματικά όρια, νοθεύοντας και πλάθοντας ακόμη και το δημοτικό τραγούδι.

Τι είναι όμως παραδοσιακό τραγούδι και χορός; Συχνά ο όρος «παραδοσιακός» χρησιμοποιείται καταχρηστικά ως το «καλαματιανό» που μαθαίναμε αναγκαστικά στο σχολείο, το «χασάπικο» στα μπουζοκομάγαζα, το «κότσαρι» και το «πεντοζάλι» από ένα χορευτικό συγκρότημα που λαχανιάζει έχοντας δει την Κρήτη μόνο στον χάρτη, κι έχοντας ακούσει για τους πόντιους μόνο στα ποντιακά ανέκδοτα. Αυτή η κατηγορία χορεύει φολκλόρ ή καλύτερα καταναλώνει «παράδοση».

Στην «παραδοσιακή» κοινωνία, ο χορός και το τραγούδι ήταν συμμετοχή κι όχι θέαμα. Αποτελούσε μέσο μεταβίβασης της πολιτισμικής κληρονομιάς στις επόμενες γενιές, μέσο αναγνώρισης και αποδοχής των διαφορετικών ηθών και εθίμων, θρησκειών και ιδιαιτεροτήτων κάθε κοινότητας όποιες και όσες κι αν ήταν οι πολιτισμικές ομάδες στο εσωτερικό της. Η μετάδοση των χορών, από τη μια γενιά στην άλλη δεν γίνονταν με διδασκαλία. Η κοινωνία στο σύνολό της εξασφάλιζε την εκπαίδευση, όπου οι συμμετέχοντες μάθαιναν χορό ερχόμενοι σε άμεση επαφή μεταξύ τους, όπως συνέβαινε και με τον τρόπο που μάθαιναν τα παιχνίδια και τη γλώσσα. Κανείς δεν αναλάμβανε να τους διδάξει, η μετάδοση βασιζόταν ουσιαστικά στην όσμωση. O χορός τότε, δεν μπορούσε να νοηθεί έξω από τις συγκεκριμένες συνθήκες που τον περιέβαλαν, δηλαδή την κοινότητα. Η μελέτη του χορού μιας κοινότητας δεν βοηθάει μόνο στην κατανόηση αυτού του πολιτισμικού φαινομένου μέσα στον τόπο και τον χρόνο που γεννήθηκε και αναπτύχθηκε, αλλά μας παρέχει πληροφορίες για την οργάνωση της κοινότητας, για τους ανθρώπους, τις μεταξύ τους σχέσεις καθώς και για την τη σημασία του χορού γι αυτούς.

Ο χορός και το τραγούδι ήταν στο κέντρο της κοινωνικής ζωής. Αποτελούσαν τη συλλογική έκφραση συναισθημάτων (χαρά, λύπη, έρωτας, αγωνία) αλλά και γεγονότων που βίωνε όλη η κοινότητα (γάμος, θάνατος, πόλεμος κ.ά). Συνδεόταν με τη φύση, τις εποχές της, τα χρώματά της, τις αγροτικές εργασίες ακόμη και με τη συλλογική συγκέντρωση οικονομικών πόρων για διάφορα έργα της κοινότητας, χωρίς κεντρική κρατική στήριξη (πχ. Ικαρία).

Για εμάς σήμερα, ο παραδοσιακός χορός είναι ένας ακόμη μη λεκτικός τρόπος επικοινωνίας που σημαίνει, μαρτυρεί, διηγείται, εξιστορεί, παρουσιάζει, εκφράζει, μοιράζεται, επικοινωνεί. Συνυπάρχει σε μια σχέση διαρκούς αλληλεπίδρασης με όλα τα υπόλοιπα στοιχεία του πολιτισμού και της καθημερινότητας (όπως είναι η γλώσσα, η μουσική ή οποιοδήποτε άλλο πολιτισμικό στοιχείο) και ακολουθεί την εξέλιξή τους διαμέσου της ιστορίας του κοινωνικού συνόλου. Γι΄αυτό αναζητάμε μία «παράδοση» που είτε θα είναι ζωντανή κρατώντας στοιχεία από το παρελθόν και θα εμπλουτίζεται διαρκώς από δικούς μας τρόπους, επιθυμίες, ανάγκες, είτε θα είναι στάσιμη, αμετάβλητή και θα εξυπηρετεί μονάχα εθνικούς εορτασμούς και φολκλορικά πανηγύρια. Στις μέρες μας μάλιστα όπου η συστημική κρίση παράγει ολοένα και μεγαλύτερους διαχωρισμούς στη βάση του φύλου και της φυλής, όπου ο κοινωνικός κανιβαλισμός και ο ατομικισμός προβάλλεται συστημικά ως το μόνο κοινωνικό καταφύγιο, όπου η λεηλασία των από πάνω τέμνει όλα τα πεδία της καθημερινότητας των από κάτω, αναζητάμε εκείνους τους τρόπους, εκείνους τους τόπους κι εκείνους χρόνους στους οποίους οι από κάτω θα συναντηθούν και θα μοιραστούν κάθε κοινή τους ανάγκη, από την μόρφωση έως την υγεία, από την στέγαση έως τη διατροφή, από την ανάγκη για επικοινωνία έως την ανάγκη για γλέντι, χορό και δημιουργία.

Οι κυβερνήσεις πέφτουνε, μα η αλήθεια μένει..

Δεν υπήρχε περίπτωση να σιγήσει μια φωνή,
όχι το ότι υποστηρίζουμε την Ε.Ρ.Τ σαν λειτουργία, έτσι όπως διαμορφώθηκε μέσα στα χρόνια σε όργανο της εκάστοτε κυβέρνησης. Ήταν πολλοί εκείνοι που με το δίκιο τους ασκούσαν κριτική στον τρόπο που γινόταν η ενημέρωση από τα κρατικά κανάλια, ήταν πολλοί περισσότεροι εκείνοι όμως που αντιλαμβάνονται από προχτές ότι το κλείσιμο μιας κρατικής τηλεόρασης και των υπόλοιπων υποδομών της είναι ένα συνολικό χτύπημα. Όχι στην διαφθορά και στην ‘κατάσταση’ που είχε δημιουργηθεί εντός ραδιομεγάρου, αλλά ένα συνολικό χτύπημα στις ζωές τους.
Η έννοια της ελευθερίας εμπεριέχει το αυτονόητο της άκριτης επιλογής, εμπεριέχει την πλουραλιστικότητα. Και αυτό έχει χαθεί πολύ πριν την Ε.Ρ.Τ
Η τρικομματική έκανε ένα ανέλπιστο δώρο στην κοινωνία, έβγαλε την ενημέρωση από τα στενά pollitical correct πλαίσια και την έφερε με τον πιο άμεσο τρόπο στην κοινωνία..
Τώρα πρέπει οι εργαζόμενοι εργαζόμενες στην Ε.Ρ.Τ να κάνουν το βήμα παραπέρα.Μπροστά σε ένα τέτοιο κυβερνητικό χτύπημα δεν υπάρχει ο καιρός για πολλά πολλά, κλάματα και ρομαντικές μνήμες, αλλά μόνο το αυτονόητο.Κατάληψη του σταθμού από τους εργαζόμενους και αυτοδιαχείρηση του.Να πάρουν την ενημέρωση οι ίδιοι στα χέρια τους, έξω από μικροπολιτικές και μικροσυμφέροντα.Άλλος δρόμος δεν υπάρχει.
Και επιτέλους ας ακουστεί η πραγματική φωνή όλων εκείνων που τόσο καιρό αποκρύβεται
ας ακουστεί η φωνή των κατοίκων στις Σκουριές, των μεταναστών απο τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, των αντιφασιστών, των εργατών, των ανέργων, των των των….

Υ.γ. ήταν κάτι παραπάνω από σίγουρο ότι οι τρόποι υπάρχουν και δεν πρόκειται να χαθεί το σήμα της Ε.Ρ.Τ οπότε στο κάτω μέρος του μπλόγκ μπορείτε να παρακολουθείτε το απεργιακό δελτίο του σταθμού..

Ινσταμπούλ-Αθήνα ένα οδόφραγμα δρόμος

Στις 22Νοεμβρίου του δώδεκα το παρόν στερέωμα ανέστειλε με κάποιον ανορθόδοξο τρόπο την λειτουργία του.Χωρίς αφορμή, χωρίς κάποιον ιδιαίτερο λόγο.
Στον γυρισμό από τον αποχαιρετισμό ενός φίλου, ένιωθα έντονα την ανάγκη της επικοινωνίας με άλλο κόσμο…και ύστερα…..και ύστερα εισήλθαμε στο σύμπαν της καταστολής και οι ζωές μας γύρισαν ανάποδα και χαωθήκαμε και ξεχάσαμε το σημείο ορισμού μας, τις αναφορές μας και τα απάγκια μας.
Να όμως που ήρθε τώρα μια ακόμη διασυμπαντική στιγμή να προκαλέσει την δόνηση εκείνη που αναζητούσαμε για να βγούμε από την χειμέρια νάρκη της ύπαρξης μας..
Τα όσα συμβαίνουν στην Τουρκία είναι η υπενθύμιση σε όλους μας, όπου και αν βρισκόμαστε πως οι στιγμές που θα κληθούμε να επιλέξουμε αν θα θέλουμε να λεγόμαστε άνθρωποι, είναι πολύ πιο κοντά από όσο απέχουν τα δελτία των 8 από τα σαλόνια μας




Το κλειδί θα μείνει για πάντα κάτω απο το γεράνι

Όταν πρίν απο 15 χρόνια έπεσε στα χέρια μου το ‘Καλά εσύ σκοτώθηκες νωρίς’, οι πρώτες πληροφορίες που συνέλεξα για τον συγραφέα ήταν αρκετές για να ιντρικάρουν έναν αναγνώστη ανατρεπτικών βιβλίων.
Ο Χρόνης Μίσσιος γεννήθηκε στην Καβάλα απο γονείς καπνεργάτες το επάγγελμά το οποίο  άσκησε και ο ίδιος από παιδική ηλικία. Πέρασε τα παιδικά του χρόνια σε συνθήκες φτώχιας αρχικά στη γενέτειρά του και στη συνέχεια στη Θεσσαλονίκη. Για οικονομικούς λόγους δε μπόρεσε να τελειώσει ούτε το δημοτικό σχολείο (έφτασε μέχρι τη δεύτερη τάξη). Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής, παιδί ακόμη, εντάχτηκε στην Αντίσταση και το 1947 καταδικάστηκε σε θάνατο για τη συμμετοχή του στον εμφύλιο πόλεμο. Τελικά δεν εκτελέστηκε, έμεινε όμως φυλακισμένος ως το 1953 και από το 1962 έζησε εξόριστος στη Μακρόνησο και τον Άη Στράτη. 
Σε διάφορες φυλακές έζησε και κατά τη διάρκεια της απριλιανής δικτατορίας. Η ελεύθερη ζωή του άρχισε ουσιαστικά ξανά μετά τη μεταπολίτευση. 
Ο Χρόνης Μίσσιος γράφει για αυτά που έζησε, όπως ο ίδιος τα βίωσε, τους αγώνες, τις φυλακίσεις, τις καταδίκες έις θάνατον, την ζωή μέσα στην φυλακή, τα λάθη του κόμματος. Μα πάνω απο όλα γράφει με έναν προτόγονο τρόπο έξω απο φόρμες και δομές, γράφει για την ανιδιοτέλεια του επαναστάτη, για εκείνο το αρχέγονο όραμα της εφόδου στον ουρανό και μαζί με τις γραφές του σε παρασέρνει σε ένα σύμπαν αμέτρητων εικόνων.
Απο το πρώτο του βιβλίο ακουλούθησαν τα ‘Χαμογέλα ρε τι σου ζητάνε’,’Τα κεραμίδια στάζουν’, βιβλίο πανόραμα στην ζωή των καπνεργατών της Καβάλας, γιομάτο εικόνες απο τους μαχαλάδες.
Και ακολουθεί το ‘Κλειδί είναι κάτω απο το γερανι’.
Γραφή απόκοσμη και συνάμα συμπαντική, κάνοντας στροφή στην θεματολογία του στο κλειδί ο Χρόνης Μίσσιος μας βάζει σε έναν κόσμο δραπετών, όχι απο κάποια φυλακή, αλλά δραπετών απο τον σύγχρονο πολιτισμό.
Μας μιλάει για μια παρέα ελεύθερων ανθρώπων που αηδιασμένοι απο τον πολιτισμό της εξουσίας και της υποδούλωσης ανθρώπου και φύσης ζούν αρμονικά σε μια κοσμογωνιά.Σε πλήρη αρμονία με την φύση ανακαλύπτουν σιγά  σιγά μέσα απο την εξερεύνηση την ίδια την ουσία της ζωής.Ξαναβρίσκουν τα ξεχασμένα συναισθήματα, βιώνουν τον έρωτα όπως είναι χωρίς φύλο, δημιουργούν σχέσεις, σχέσεις ουσιαστικές και απελευθερωμένες. Γίνονται κοινωνοί της ίδιας τους της ζωής.
Σ’ αυτόν τον κόσμο κυβερνά ο έρωτας, νεράιδες και μικροί θεοί ξεφαντώνουν μαζί με τους θνητούς, κι όλες οι περιπέτειες τελειώνουν καλά με μαγικούς τρόπους.  Σε αυτόν τον κόσμο μας καλέι ώστε να ξαναεφεύρουμε εκείνες τις έννοιες που ποδοπάτησε ο αστικός πολιτισμός.Τις έννοιες αγάπη, έρωτας, αρμονία, ευτυχία.
Ο κόσμος του Χρόνη Μίσσιου είναι ένα ιδανικό καταφύγιο, πλημμυρισμένο από ξεχασμένες αισθήσεις και θαύματα ζωντανά.Η  ζωή του Χρόνη Μίσσιου εήταν γεμάτη συγκινήσεις, αγώνες και απογοητεύσεις, όμως μέσα σε αυτά κατάφερε να βρεί την ισορροπία της ύπαρξης. Ο ίδιος δήλωνε συχνά σε φίλους που τον επισκέπτωνταν στο σπίτι όπου ζούσε τα τελευταία χρόνια σαν κοσμοκαλόγερος: Δεν κατάφερα να αλλάξω το σύστημα, αλλά δεν θα επιτρέψω να με αλλάξει αυτό..

Ο Χρόνης Μίσσιος έφυγε στις 20 Νοέμβρη, αφού πρώτα νίκησε τον θάνατο με την ίδια του την ζωή..

”Η ζωή μας μια φορά μας δίνεται άπαξ που λένε, σαν μια μοναδική ευκαιρία, τουλάχιστον με αυτήν την αυτόνομη μορφή της δεν πρόκειτε να ξαναυπάρξουμε ποτέ. Και εμείς τι την κάνουμε ρέ, αντί να την ζήσουμε; Την σέρβνουμε απο δώ και απο κεί δολοφονώντας την.Οργανωμένη κοινωνία, οργανωμένες ανθρώπινες σχέσεις.Μα αφού είναι οργανωμένες πως είναι σχέσεις; Σχέση σημαίνει συνάντηση, σημαίνει έκπληξη, σημαίνει γέννα συναισθήματος, πως να οργανώσεις τα συναισθήματα; Έτσι με αυτήν την κωλοεφεύρεση που την λένε ρολόι σμπρώχνουμε τις ώρες και τις μέρες μας σαν να είναι βάρος και μας είναι βάρος, γιατί δεν ζούμε κατάλαβες; μόνο κοιτάμε το ρολόι, να φύγει και αυτή η ώρα, να φύγει και αυτή η μέρα μέχρι το αύριο και πάλι φτού και απ’την αρχή.Χωρίσαμε τη μέρα σε πτώματα στιγμών, σε σκοτωμένες ώρες που τις θάβουμε μέσα μας, μέσα στις σπηλιές του είναι μας, μέσα στις σπηλιές όπου γεννιέται η ελευθερία της επιθυμίας, και τις μπαζώνουμε με όλων των ειδών τα σκατά και τα σκουπίδια που μας πασάρουν σαν «αξίες, σαν ανάγκες», σαν «ηθική», σαν «πολιτισμό». Κάναμε το σώμα μας ένα απέραντο νεκροταφείο δολοφονημένων επιθυμιών και προσδοκιών, αφήνουμε τα πιο σημαντικά, τα πιο ουσιαστικά πράγματα, όπως να παίξουμε και να κουβεντιάσουμε με τα παιδιά και τα ζώα, με τα λουλούδια και τα δέντρα, να παίξουμε και να χαρούμε μεταξύ μας, να κάνουμε έρωτα, ν απολαύσουμε τη φύση, τις ομορφιές του ανθρώπινου χεριού και του πνεύματος, να κατεβούμε τρυφερά μέσα μας, να γνωρίσουμε τον εαυτό μας και τον διπλανό μας”

Καλό σεργιάνι ρε σαλονικιέ..

 

φευγιό

Ξυπνάς από έναν ύπνο βαθύ και ταραγμένο.
1ο σημάδι. Πνιγμός

Νιώθεις να πνίγεσαι.
Από την καθημερινή αδιάκοπη κίνηση.
Ένα ασταμάτητο πήγαινε έλα χωρίς ρυθμό,μέτρο
Στο τίποτα…
2ο σημάδι.Φόβος

Για αυτά που καθημερινά βλέπεις γύρω σου.
Φόβος για το μέλλον που τόσο καλά σχεδιάζουν άλλοι για να σε βγάλουν από τον κόπο.
Τον κόπο της Δημιουργίας.
3ο σημάδι.Απελπισία

Δεν αντέχεις άλλο τις ίδιες εικόνες
Τους ανεκπλήρωτους έρωτες
Τους από τα πρίν ξεπουλημένους αγώνες
Την ζωή του όχι αύριο.
Μια λέξη εδώ και τώρα στο μυαλό σου γυρνάει Φυγή.
Να γλυτώσεις,να ξεφύγεις,να χαράξεις εσύ της ζωής σου τον δρόμο.
Μακρυά τους.

”Φύγε”,μου είπες,”μας την πέσανε”.
Αυτή τη φορά δεν θα φύγω,ρε πούστη μου
Θα μείνω ό,τι και να γίνει.
Αυτή είναι η ζωή μου,από που να φύγω;

(Οι τελευταίοι τέσσερις στίχοι είναι του Νίκου Παίζη από το υπέροχο βιβλίο του Η Γενιά της Ηπατίτιδας.)

ψυχραιμία..δημοκρατία είναι θα περάσει

και μιας και καταπιανόμαστε με τα πολιτεύματα, άς θυμηθούμε κάποια λόγια που εύκολα τα φανταζόμαστε να ακούγονται σήμερα:

και μην ξεχνάτε όλα γίνονται για το καλό μας..

ραντεβού στα γουναράδικα